Το WordReference δεν έχει τη δυνατότητα να μεταφράσει αυτή τη φράση, μπορείτε όμως να κάνετε κλικ σε κάθε λέξη για να δείτε τη σημασία της:

give a thrashing


Η φράση που αναζητήσατε δεν βρέθηκε.
Η εγγραφή για τον όρο thrashing παρατίθεται στη συνέχεια.

Δείτε επίσης: give | a
Σε αυτή τη σελίδα: thrashing, thrash

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
thrashing n informal (physical beating)ξυλοδαρμός ουσ αρσ
  (καθομιλουμένη, μεταφορικά)ξύλο περίφρ
 Johnny's father thought a thrashing was suitable punishment for Johnny stealing his book.
thrashing n informal, figurative (sport, etc.: severe defeat)πανωλεθρία ουσ θηλ
  συντριπτική ήττα επίθ + ουσ θηλ
  μεγάλη ήττα επίθ + ουσ θηλ
 Our team's thrashing at the tournament was a major embarrassment.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
thrash [sb] vtr (beat violently) (κάποιον)χτυπάω, βαράω, κοπανάω, δέρνω ρ μ
  (μτφ: σε κάποιον)ρίχνω ξύλο έκφρ
 I was thrashed regularly as a schoolboy.
thrash [sb] vtr figurative, informal (defeat thoroughly)κατατροπώνω ρ μ
  (μεταφορικά, καθομ)τσακίζω, συντρίβω ρ μ
  (μεταφορικά, καθομ)κάνω σκόνη, παίρνω τα σώβρακα έκφρ
  (μεταφορικά, αργκό)ξεσκίζω ρ μ
 The home team thrashed the visitors tonight, 75 to 30.
thrash [sb] at [sth] vtr + prep figurative, informal (defeat thoroughly)κατατροπώνω κπ σε κτ ρ μ + πρόθ
  (μεταφορικά, καθομ)τσακίζω κπ σε κτ, συντρίβω κπ σε κτ ρ μ + πρόθ
  (μεταφορικά, αργκό)ξεσκίζω κπ σε κτ ρ μ + πρόθ
 Audrey thrashed Tania at tennis.
thrash adj (music: fast heavy metal) (μουσική)θρας επίθ άκλ
 He started a thrash band in his garage when he was 16.
thrash,
thrash metal
n
(music: heavy metal)θρας ουσ θηλ άκλ
  θρας μέταλ φρ ως ουσ θηλ
 You couldn't drag me to a concert where they played thrash.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Phrasal verbs
thrash | thrashing
ΑγγλικάΕλληνικά
thrash about vi phrasal (flail, throw oneself around)κινούμαι απότομα και βίαια ρ αμ
  (καθομιλουμένη)κοπανιέμαι, χτυπιέμαι ρ αμ
 I couldn't get to sleep and thrashed about all night.
thrash [sth] out,
thresh [sth] out
vtr phrasal sep
informal, figurative (debate intensely)συζητάω, συζητώ ρ μ
 Bob and Jane were determined to thrash out their marital problems.
 Congress has been thrashing it out for months.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
thrashing | thrash
ΑγγλικάΕλληνικά
get a thrashing,
take a thrashing
v expr
informal (be beaten physically) (καθομιλουμένη, μεταφορικά)τρώω ξύλο έκφρ
 Petros regularly took a thrashing from his violent father.
get a thrashing,
take a thrashing,
be given a thrashing
v expr
figurative, informal (be defeated: at sport, etc.)κατατροπώνομαι ρ αμ
  (καθομιλουμένη, μτφ)με κάνουν σκόνη έκφρ
  (αργκό, μτφ)τρώω μεγάλη ήττα έκφρ
 The Democrats took a thrashing on Election Day.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση give a thrashing στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «give a thrashing».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!